Το πιο μεγάλο χταπόδι


Το πανάρχαιο θαλασσινό ψάρεμα που από καταβολής κόσμου είναι το αρχαιότερο επάγγελμα, στο παράλιο χωριό της Χλώρακας πολλοί κάτοικοι το είχαν σαν βιοποριστική επαγγελματική εργασία.
Άλλοτε οι θάλασσες ήταν γεμάτες ψάρια και οι ψαράδες αρκετοί, σήμερα έχουν μείνει λίγοι που με μεγάλη δυσκολία καταφέρνουν να επιβιώνουν, διότι με την σημερινή τεχνολογία οι τράτες έχουν εκκαθαρίσει όλο το γιαλό μέχρι τα βαθιά, και δεν έχει απομείνει παρά ελάχιστο ψάρι.
Στις αρχές του 1900 στη Χλώρακα ένας ξακουστός ψαράς για τις περιπέτειες του, ήταν ο Πιστέντης Χ’Χαραλάμπους Κούμνος,  που με έναν καρδιακό του φίλο τον Αχιλλέα Βλόκκο, συνήθως ψάρευαν παρέα. Ήταν εποχές δύσκολες με πενιχρά οικονομικά μέσα, γι αυτό ο Πιστέντης είχε μια μικρούλα βάρκα για ψάρεμα, που όμως χωρίς φόβο ανοιγόταν στα ανοιχτά της θάλασσας, που τραβώντας κουπί  πολλές φπρές πήγαιναν μέχρι τον Ακάμα για να ψαρέψουν.
 Όταν ξανοίγονταν τόσο μακριά, τα ψάρια που ψάρευαν τα πουλούσαν στα χωριά της Λαόνας. Τα περνούσαν σε κλωστές και στην κάθε μια έρεσσαν αρκετές οκάδες πουλώντας δυόμισι σελίνια την κάθε κλωστή. Εκείνους τους καιρούς δεν ήταν δύσκολο το ψάρεμα αφού η θάλασσα ήταν γεμάτη ψάρια, το δύσκολο ήταν να τα πουλήσουν, διότι ο κόσμος ήταν φτωχός και δεν περίσσευαν χρήματα για καλοφαγίες.
Αυτή η περιοδεία κρατούσε συνήθως ως ένα μήνα, τον υπόλοιπο καιρό τη μικρή βάρκα την είχε δημμένη σε ένα μικρό απάνεμο λιμανάκι. Η περιοχή αυτή φέρει το τοπωνύμιο «Δήμμα» μέχρι σήμερα, όνομα που προήρθε από τον Πιστέντη, διότι όταν πήγαινε να την λύσει, έλεγε στους άλλους χωριανούς, «πάω στο δήμμα της βάρκας»
Μια μέρα με τον φίλο του τον Βλόκκο πήγαν στο Δήμμα, έλυσαν τα σχοινιά και μπήκαν στη βάρκα. Άρχισαν να λάμνουν κουπί, η βάρκα όμως δεν κουνιόταν, δεν έπλεε. Περίεργοι έσκυψαν πάνω στα νερά να δουν τι εμπόδιζε τη βάρκα, και έκπληκτοι είδαν ένα τεράστιο χταπόδι μεγάλο όπως ένα θεριό, να έχει αγκαλιασμένη και ακινητοποιημένη τη βάρκα. Γεμάτοι δέος έμειναν να κοιτάζουν, δεν είχαν δει, αλλά ούτε ακούσει για τόσο μεγάλο και θεόρατο χταπόδι άλλη φορά.
Όταν τους πέρασε η έκπληξη αποφάσισαν ότι δεν έπρεπε να φοβηθούν, αλλά οπωσδήποτε με όποιο αντίτιμο, να το αλιεύσουν.
Έτσι έκαμαν, μπήκαν στο νερό χωρίς φόβο αλλά με πολλή προσοχή και ψυχραιμία, κατάφεραν με κόπο να το σκοτώσουν.
Το φόρτωσαν και το ανέβασαν στο καφενείο του χωριού όπου όλοι οι χωριανοί θαύμασαν το μεγάλο μέγεθος του. Ήταν το πιο μεγάλο χταπόδι που έχε αλιευτεί σε όλη την περιοχή εκείνα τα χρόνια.
Για όλα τα επόμενα χρόνια και μέχρι σήμερα, οι χωριανοί λένε για τους μεγάλους ψαράδες και για το τεράστιο χταπόδι που ψάρεψαν μόνο αυτοί, ένα κατώρθομα που κανείς άλλος δεν μπόρεσε να κάμει.

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΙ ΔΕΣΜΟΙ, εισαγωγή

Σε όλους τους ανθρώπους υπάρχει μέσα τους η καλοσύνη, και είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που μπορεί να μην συμβαίνει αυτό. Όταν στες οικο...